Καλώς ορίσατε στο Under Construction

Καλώς ορίσατε στη σελίδα μας. Πρόκειται για μια γενικού ενδιαφέροντος σελίδα χωρίς συγκεκριμένη θεματολογία. Αν έχετε να μας προτείνετε κάποιες βελτιώσεις, μην διστάσετε να επικοινωνήστε μαζί μας.

26.2.12

Να είμαστε ο εαυτός μας

Γένοι’ οἷος ἐσσί  (ορφική προτροπή 7ος- 6ος αιώνας π.Χ.  : να γίνεις αυτό που είσαι, να είσαι ο εαυτός σου)


Να είμαστε ο εαυτός μας αλλά και να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες οι οποίες απορρέουν από τις πράξεις τις υπαγορευόμενες από τον πραγματικό εαυτό μας.

Η προτροπή αυτή να είμαστε ο εαυτός μας έχει άραγε βάση; Ενδέχεται και να μην είμαστε ο εαυτός μας; Και αν δεν είμαστε ο εαυτός μας τότε τι είμαστε;

Ο Karl Jung (1875–1961 Ελβετός Ψυχίατρος και πολιτισμολόγος, ιδρυτής της Αναλυτικής Ψυχολογίας) πρότεινε η ανθρώπινη «ψυχή» να συγκριθεί με μια σφαίρα. Η σφαίρα αυτή διαθέτει μια μικρή φωτεινή ζώνη που αντιπροσωπεύει τη συνειδητή γνώση και στο κέντρο της βρίσκεται το Εγώ. Ο άνθρωπος έχει συνειδητή γνώση μόνον όσων βρίσκονται στην περιοχή αυτή. Χρησιμοποιώντας ένα παράδειγμα μπορούμε να συγκρίνουμε τη συνειδητή αυτή γνώση σαν ένα μικρό νησάκι στη μέση ενός απέραντου ωκεανού.

Όλα όσα συνιστούν αυτό που εμείς εκλαμβάνουμε ως εγώ, είναι ένα πολύ μικρό τμήμα της «ψυχής». Το πραγματικό ρυθμιστικό κέντρο της ύπαρξης, σύμφωνα με τον Jung, αποτελεί αυτό που ονόμασε Εαυτό, δηλαδή ο πυρήνας και συγχρόνως η ολότητα της σφαίρας που εμείς αποτελούμε.

Μια τέτοια σκέψη είναι αντίθετη στην κοινή λογική η οποία ρυθμίζει την καθημερινότητά μας, καθώς δεν έχουμε συνηθίσει να δεχόμαστε ως πραγματικά δεδομένα όσα βρίσκονται πέρα από την συνηθισμένη αντίληψη του νου και στη συγκεκριμένη περίπτωση η εναντίωση είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθώς μιλούμε για την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη και την επαν -οριοθέτηση αυτών που με κόπο έχουμε καθορίσει ως Εγώ. Τον Εαυτό, λοιπόν, μπορούμε να τον θεωρήσουμε ως οργανωτικό κέντρο απ’ όπου προέρχεται κάθε ρυθμιστική ενέργεια του ψυχικού μας συστήματος, καθώς και ως οργανωτή και πηγή των ονειρικών εικόνων. Οι εικόνες αυτές στο σύνολο τους μοιάζουν να υπακούν σε μια διάταξη, σε ένα σχέδιο το οποίο ολοκληρώνεται με το τέλος της ζωής του ανθρώπου. Η κρυφή και κατευθυντήρια τάση της πορείας της ονειρικής μας ζωής που προέρχεται απ' τον Εαυτό είναι σα να γεννά μια διαδικασία αργής ψυχικής ανάπτυξης, σχεδόν αόρατη, την πορεία προς την εξατομίκευση.

Η διαδικασία της εξατομίκευσης είναι η ίδια η επίγνωση της ύπαρξης του Εαυτού, η σταδιακή σύνδεση μαζί του και η υπακοή στις υποδείξεις του, οι οποίες γίνονται αντιληπτές μέσα από τα όνειρα. Η υπακοή αυτή σημαίνει ότι το Εγώ στην καθημερινή του ζωή γίνεται εργαλείο του Εαυτού και επιλέγει και δρα με βάση τις επιθυμίες Του. Οι επιθυμίες αυτές είναι πολύ συγκεκριμένες, καθώς για τον Jung, ο Εαυτός έχει να εκπληρώσει ένα σκοπό όσο το άτομο είναι «εν ζωή». Η ψυχική, λοιπόν, ανάπτυξη που προκύπτει από τη σύνδεση με τον Εαυτό και η σταδιακή επίγνωση και πραγμάτωση του συγκεκριμένου Σκοπού του, συνιστούν την πορεία προς την εξατομίκευση.

Το ερώτημα που έντονα προβάλλει είναι σαφές: μπορούμε και να μην είμαστε ο εαυτός μας;

Εκείνο που είναι σίγουρο είναι ότι οι άνθρωποι επιδιώκουν να έχουν μια αίσθηση ασφάλειας και τάξης. Κάτι που να τους είναι γνωστό και να τους προστατεύει. Να τους παρέχει μια αίσθηση οικειότητας. Η προσωπική μας ζωή είναι γεμάτη από τέτοιες διαδικασίες. Είναι οι συνήθειές μας, τα πιστεύω μας, το πολιτικό κόμμα που υποστηρίζουμε, η θρησκεία μας, τα ήθη και τα έθιμα. Όλα αυτά είναι μηχανικές διαδικασίες που με έναν «μαγικό τρόπο», όπως στα παραμύθια για μικρά παιδιά, διώχνουν την εσωτερική μας αβεβαιότητα και εξορκίζουν τους φόβους μας. Όταν ξυπνάμε το πρωί ξέρουμε ποιοι είμαστε, ποια είναι η ζωή μας και τι πρέπει να κάνουμε. Υπάρχουν προγραμματισμένες διαδικασίες για τα πάντα. Γέννηση, κοινωνικές επαφές, γάμος, θρησκεία, εργασία, οικογένεια, θάνατος. Έχουμε δημιουργήσει έναν μικρό περίβολο, τοποθετήσαμε εκεί μέσα τα «παιχνίδια» μας που είναι τόσο πολλά και πειστικά, ώστε δεν μπορούμε να αποσπάσουμε την προσοχή μας από όλα αυτά, ή δεν θέλουμε, γιατί φοβόμαστε ότι έξω από τον περιφραγμένο αυτό χώρο παραμονεύει το χάος.

Ο Descartes σημείωνε πως επειδή από παιδιά δεχθήκαμε έτοιμες θέσεις, απόψεις των άλλων για την ζωή που δεν είναι δικά μας βιώματα, είναι ανάγκη να αμφιβάλλουμε για όλα αυτά και να τα ξαναδούμε, ώριμοι πλέον, με την δική μας καρδιά και τα δικά μας μάτια. Το γεγονός αυτό σχετίζεται άμεσα με την χειραφέτηση και την συνολική ωρίμανση της προσωπικότητάς μας. Δεν είναι καθόλου περίεργο που όλοι οι άνθρωποι ισχυρίζονται ότι είναι «ο εαυτός τους», όπως επίσης ότι είναι «ελεύθεροι». Μας είναι ευχάριστο να νομίζουμε διάφορα πράγματα για το άτομό μας, αλλά τελικά έτσι δεν μπορούμε να αλλάξουμε γιατί δεν θέλουμε να δούμε τα πραγματικά μας προβλήματα. Το ψέμα προς τον εαυτό μας δημιουργεί ένα μεγάλο μέρος του υποσυνείδητού μας. Με το ψέμα παύουμε να βλέπουμε κάτι που υπάρχει μέσα μας και έτσι αυτό γίνεται μέρος του υποσυνείδητού μας. Μόλις ομολογήσουμε την αλήθεια στον εαυτό μας, το ίδιο αυτό χαρακτηριστικό από υποσυνείδητο γίνεται συνειδητό. Χρειάζεται όμως εκτός από αυτοπαρατήρηση πολλή ειλικρίνεια, θάρρος και ταπεινότητα, γιατί ενδέχεται να γκρεμιστούμε από το βάθρο και τα «μεγαλεία» στα οποία έχουμε ενθρονίσει τον εαυτό μας. Τελικώς για να μπορέσουμε να γίνουμε ο εαυτός μας πρέπει να αποβάλουμε κάθε τι που είναι ξένο προς τον πραγματικό εαυτό μας, ξένο προς την δική μας συνείδηση.

Όταν όμως κάποιος επιθυμεί να γνωρίσει τον κόσμο, πρέπει να φύγει από το μικρό του χωριό, αλλά στην περίπτωση γνωριμίας με τον εαυτό μας θέτουμε οι ίδιοι εμπόδια όπως είναι ο αυστηρός και άκαμπτος τρόπος της σκέψης μας, το γεγονός ότι οριζόμαστε από τις γνώμες των άλλων και την υπερβολική ανάγκη να ευχαριστούμε συνέχεια τους άλλους, αλλά και να λειτουργούμε μέσα από κοινωνικούς ρόλους, προκαταλήψεις και στερεότυπα.

Ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ για την αποδοχή των άλλων και αισθανόμαστε ανεξήγητες ενοχές όταν ζούμε όπως θα θέλαμε εμείς, επειδή το περιβάλλον μας μάς έπεισε ότι αν γίνουμε ο εαυτός μας θα μας απορρίψει η κοινωνία και , ίσως, ολόκληρο το σύμπαν. Και αυτός είναι ο λόγος που και εμείς με την σειρά μας κάνουμε ακριβώς τα ίδια στους συνανθρώπους μας και στα παιδιά μας, να γίνουν «αποδεκτοί» και «σωστοί» άνθρωποι. Λειτουργεί το «τηλεκοντρόλ» του φόβου, της ενοχής και της απόρριψης από τους άλλους, που τελικά μας πείθει να απαρνηθούμε τον εαυτό μας, για να μας «αποδεχθεί» η κοινωνία.

Όσοι από μας ανακαλύψαμε μέρος του πραγματικού μας εαυτού - είναι ακατόρθωτο να βρει κανείς την άκρη του εσωτερικού του κόσμου – μπορούμε κατά καιρούς να σοκάρουμε τους άλλους με την έλλειψη ευγένειας ή να βιώνουμε και εσωτερικές συγκρούσεις. Όμως μπορούμε να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας και τους άλλους - έχουμε «ανοιχτό» τρόπο σκέψης και μας αρέσει να μαθαίνουμε από οτιδήποτε μπορεί να μας διδάξει. Μας διακρίνει μια φρεσκάδα και φυσικότητα στη συμπεριφορά μας καθώς και ένας πηγαίος αυθορμητισμός. Μπορούμε να έχουμε βαθιές και σημαντικές διαπροσωπικές σχέσεις. Έχουμε την ικανότητα να βλέπουμε μέσα από «φρέσκια ματιά» ακόμα και τα πιο απλά βασικά καθημερινά πράγματα. Έχουμε τις δικές μας αξίες και ηθική και η προσωπικότητά μας χαρακτηρίζεται από δημοκρατικότητα με τη βαθύτερη έννοια. Έχουμε βαθύτερη την αίσθηση της ένωσης με τους άλλους ανθρώπους, σαν να είναι όλοι μέλη της ίδιας οικογένειας, πέρα όμως από κάθε μορφή ολοκληρωτισμού. Αποκτούμε μια ικανότητα να διακρίνουμε το μη αυθεντικό ή μη ειλικρινές, για παράδειγμα στις προσωπικότητες των ανθρώπων ή στην τέχνη.

Χρειάζεται μεγάλο θάρρος και αυτεπίγνωση για να κατορθώσουμε να ξεδιαλύνουμε μέσα μας τι είναι δικό μας και τι όχι. Προκειμένου να σχηματίσουμε έστω και μια απλή γνώμη για κάτι, χωρίς καν να προβούμε σε εξωτερικές πράξεις, θα δώσουμε μάχη με τον εαυτό μας. Θα αφυπνιστούν μέσα μας ανασφάλειες, φόβοι, ενοχές, συνήθειες, προπαγάνδες, προσηλυτισμοί, επιστημονικές θεωρίες, «ηθικές» αξίες, αυτοδικαιώσεις κ.λ.π. που θα μας ωθήσουν να βολευτούμε με τα ήδη γνωστά. Δεν νομίζω ότι υπάρχουν αποτελεσματικές τεχνικές προκειμένου να γίνουμε ο εαυτός μας.

Να συγκεντρώσουμε το απαραίτητο θάρρος και αυτεπίγνωση για να διακρίνουμε μέσα μας τις ξένες επήρειες, δηλαδή τις ξένες φωνές. Αν καταφέρουμε να δούμε το ξένο μέσα μας τότε θα μπορέσουμε να βρούμε το δικό μας, ασφαλώς μετά από πολλές περιπέτειες. Απαιτείται να πάρουμε γενναίες αποφάσεις για την ζωή μας και τα πιστεύω μας. Γινόμαστε ο εαυτός μας όταν ακούμε την φωνή της δικής μας λογικής, την φωνή της δικής μας καρδιάς, βάσει των δικών μας βιωμάτων και όχι των άλλων.

Το θέμα δεν είναι αν όλα αυτά περιέχουν την αλήθεια, ή αν είναι σωστά. Αυτό που έχει σημασία είναι αν αυτά που έχουμε μέσα μας είναι δική μας συνειδητή επιλογή, αδιάφορο αν είναι σωστό ή λάθος. Αν κάτι είναι λάθος θα είναι δικό μας λάθος και όχι μια ξένη αλήθεια.
Επομένως το πρώτο ερώτημα είναι! Δικό μου ή ξένο;
Και το δεύτερο: σωστό ή λάθος.

Η απάντηση στα δύο αυτά ερωτήματα θα είναι σχετική και όχι απόλυτη, διότι είμαστε σχετικά και όχι απόλυτα όντα. Αλλά η αυτογνωσία προϋποθέτει την ανάληψη των ευθυνών μας όταν πράττουμε κάτι που δεν είναι σωστό.

Υπάρχει όμως και ένας μεγάλος κίνδυνος στην εργασία αυτής της εξατομίκευσης. Αυτός είναι ο εγωισμός. Ένα είδος ναρκισσιστικής αντιμετώπισης του εαυτού μας, που συνεχώς θα μας ωθεί να συγκρουόμαστε με το περιβάλλον μας και να αισθανόμαστε ανώτεροι από τους ανθρώπους της «μάζας». Για να αποφύγουμε την παγίδα αυτή θα πρέπει να μην εγκαταλείψουμε την συμμετοχή μας στην «μάζα», από την οποία προσπαθούμε να αναδυθούμε. Ακούγεται αντιφατικό, όμως συμμετοχή μας σε όλες τις κοινωνικές δραστηριότητες θα μας δημιουργήσει την σωστή αίσθηση. Το γεγονός ότι πλέον δεν επηρεαζόμαστε από τα υπάρχοντα μηχανικά ρεύματα στον κόσμο δεν σημαίνει ότι είμαστε ανώτεροι από τους άλλους, ή ότι πρέπει να απομονωθούμε γινόμενοι αντιδραστικοί επαναστάτες. Η διαφοροποίησή μας, όμως, από τον συνάδελφό μας, λ.χ., που δεν άνοιξε βιβλίο, ή που έχει αφεθεί στις μικρότητες και μικροεγωισμούς, που το διαλεκτικώς στοχάζεσθαι του είναι άγνωστο, είναι πέρα από σεβαστή επιθυμία μας και καθήκον προς τον εαυτό μας.

Εξ άλλου όλοι οι αντιδραστικοί τελικά προβαίνουν σε θλιβερές συνθηκολογήσεις, διότι η αντιδραστικότητά τους δεν ήταν κάτι το γνήσιο, αλλά απλώς ένας εγωισμός και μια ευθυνοφοβία. Οι ευθύνες λοιπόν, η οικογένεια, η εργασία, οι φιλίες, η ανιδιοτελής προσφορά, το καλώς εννοούμενο καθήκον, είναι το αντίβαρο στον εγγενή κίνδυνο της εγωπάθειας που συνοδεύει την πορεία προς την εξατομίκευση.
Πρέπει, λοιπόν, να ξεκόψουμε από την «μάζα»; Ο αποχωρισμός μας αυτός μπορεί αντί να μας οδηγήσει στο να γίνουμε ο εαυτός μας, να μας μετατρέψει σε υπερόπτες. Η συμμετοχή μας με ταπεινότητα και ανιδιοτέλεια στην ζωή, θα μας προφυλάξει από αυτόν τον κίνδυνο. Πάντοτε όμως να έχουμε τον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό αυτοπαρατήρησης για να εντοπίζουμε μέσα μας έγκαιρα τις λεπτές αποχρώσεις του εγωισμού.

Ας μην ξεχνούμε ότι η μετακίνησή μας σε μια ανώτερη κατάσταση δεν σημαίνει απόρριψη των κατωτέρων καταστάσεων αλλά ενσωμάτωσή τους κάτω από το πρίσμα μιας ευρύτερης προοπτικής. Π.χ. όταν κάποιος πατριώτης διευρύνει το ενδιαφέρον του σε όλο τον πλανήτη, δεν σημαίνει ότι απορρίπτει την πατρίδα του και γίνεται εχθρός της, αλλά ότι την θεωρεί μέρος του πλανήτη και την αγαπάει όπως πρώτα. Αυτό που αλλάζει είναι ότι παύει να την αντιμετωπίζει σαν το κέντρο του κόσμου δημιουργώντας συνεχώς γελοίες διαμάχες με τις πατρίδες των άλλων ανθρώπων. Επίσης κάποιος που αναπτύσσεται πνευματικά και διευρύνει την συνειδητότητά του δεν απορρίπτει το σώμα του και τις ανάγκες του, οδηγούμενος σε ένα είδος ασκητισμού, γυναικοφοβίας ή ανδροφοβίας, απλώς δεν θεωρεί την υλική του ζωή ως το άπαν της ύπαρξης. Συνεχίζει όμως να φροντίζει το σώμα του, να το αγαπάει και να ικανοποιεί τις υπάρχουσες ανάγκες του. Μέσα όμως στην εσωτερική και εξωτερική του ζωή έχει προστεθεί και ο παράγων «Πνεύμα», όχι σαν ιδέα αλλά σαν βίωμα, ο οποίος περιλαμβάνει και αποδέχεται χωρίς ενοχές όλες τις άλλες παραμέτρους της ύπαρξής μας και τις εναρμονίζει μεταξύ τους.

[Άλλωστε και στον Πλάτωνα η προσπάθεια κατάκτησης του ο επόμενου αναβαθμού στην πορεία προς την ιδέα του κάλλους δεν αποξενώνει ούτε απορρίπτει τον προηγούμενο.]

Η κατάσταση αυτή θυμίζει μια οικογένεια με ένα παιδί στην οποία γεννιέται και ένα δεύτερο. Αυτό δεν σημαίνει απόρριψη του πρώτου. Απλώς το πρώτο παιδί παύει να είναι το κέντρο του κόσμου, πράγμα που είναι μεγάλο όφελος και για το ίδιο και για την οικογένεια.

Άρα λοιπόν γινόμενοι ο εαυτός μας «απογαλακτιζόμαστε» και ελευθερωνόμαστε από την «μάζα», ταυτόχρονα όμως γινόμαστε πάλι ένα ταπεινό μέλος της «μάζας» δημιουργώντας μια πιο ελεύθερη και πιο υγιή σχέση συμμετοχής στο περιβάλλον.

Παναγιώτης Κ. Δαμάσκος Ph.D.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου